Σίγουρα δεν θα θέλατε να συσχετίσετε ποτέ το όνομα σας με τις φράσεις «κατασπαράχθηκε από αρκούδα grizzly» ή «πήγαινε κουτσαίνοντας για 250 χλμ.».
Το 1823, για τον κυνηγό γούνας Hugh Glass, αυτές οι φράσεις ήταν μέρος της επιβίωσης του που είχε με τα άγρια ζώα στην φύση και ήξερε ότι είχε μεγάλο κόστος.
Ο Glass, πριν βιώσει όλη αυτή την τρομακτική εμπειρία, προσλήφθηκε ως κυνηγός γούνας από την εταιρία, Rocky Mountain Fur Company, το 1822. Η εταιρεία ιδρύθηκε στις αρχές του ίδιου έτους από τον Ταξίαρχο William Ashley της Πολιτοφυλακής του Μιζούρι.
Τα οικονομικά του Ashley δεν ήταν στην καλύτερη δυνατή κατάσταση και ήλπιζε να μπει στην πολιτική μετά το τέλος της στρατιωτικής του σταδιοδρομίας.
Αλλά για να το κάνει αυτό χρειαζόταν πολλά χρήματα και για να συγκεντρώσει έσοδα βρήκε μια ιδέα. Αυτή ήταν να μαζέψει 100 άνδρες να εξερευνήσουν τον ποταμό Μιζούρι και να δημιουργήσουν διαδρομές για το κυνήγι γούνας και για εμπορικούς δρόμους, βόρεια του Σεντ Λούις και προς τη Δύση. Ο Ashley δημιούργησε γρήγορα μια ομάδα και έτσι η Rocky Mountain Fur Company – ευρύτερα γνωστή ως Ashley’s Hundred – γεννήθηκε. Και έτσι εκεί προσελήφθη ο Mr. Glass.
Οι 100 άνδρες που είχε επιλέξει ο Ashley είχαν μεγάλο αντίκτυπο στη Δύση. Ως μονάδα, τους πιστώθηκε η εξερεύνηση της κοιλάδας του Green River από το Wyoming, νότια μέσω του μεγαλύτερου μέρους της Γιούτα, σχεδόν 50 χρόνια πριν γίνει η αποστολή του John Wesley Powell, σχεδιάζοντας χάρτες για την πορεία. Οι άνδρες που συνεργάζονταν με τον Ashley ήταν επίσης σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνοι για την μεγάλη μείωση των καστόρων. Οι κυνηγοί έκαναν καλά τη δουλειά τους, ανάμεσά τους και ο Glass.
Ο Glass, όπως πολλοί φτωχοί Αμερικανοί πήγαιναν στην Δύση για να αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη, την περιπέτεια και γενικότερα ό,τι άλλο μπορούσε να έρθει στο δρόμο τους, οι ευκαιρίες έγιναν στα ανατολικά, στην περίπτωσή του, στην Pennsylvania. Ενσωματώθηκε στους 100 άνδρες του Ashley για κυνήγι στον ποταμό του Missouri, προς την περιοχή της South Dakota, προς το Yellowstone.
Ο Glass είχε αποκτήσει τον σεβασμό από τους συναδέλφους του, αφού εργαζόταν πολύ σκληρά και ήταν επιδέξιος κυνηγός. Μέσα σε ένα χρόνο, έψαχνε για περιπέτεια, κάτι που κατά καιρούς τον έφερνε σε άμεση αντιπαράθεση με την ανυποψίαστη άγρια ζωή. Κάτι που μπορεί να είχε ενίοτε αρνητικές εκβάσεις.
Σε μια τέτοια κατάσταση, ήταν όταν ενώ έψαχνε για σημάδια δραστηριότητας κάστορα, ο Glass τρόμαξε μια μαμά αρκούδα γκρίζλι που είχε δύο μικρά μαζί της. Η εξαγριωμένη μαμά γκρίζλι όρμησε στον Glass και τον τσάκισε, με αποτέλεσμα να βρεθεί σε θανάσιμο σημείο. Με κάποιο τρόπο ο Glass, κατάφερε να πολεμήσει την αρκούδα και να επιβιώσει, ώστε κάποτε δύο συνάδελφοι του, οι John Fitzgerald και Jim Bridger, να έρθουν ως ενισχύσεις.
Μαζί σκότωσαν την αρκούδα. Ο Glass ήταν σε κακή κατάσταση, αφού υπέστη κάταγμα στο πόδι και βαθιές ρωγμές. Η κατάσταση του έδειχνε πολύ δύσκολη και οι συνάδελφοί του είπαν από τους ανωτέρους τους να μείνουν δίπλα του μέχρι να πεθάνει. Ο Fitzgerald και ο Bridger άρχισαν ακόμη και να σκάβουν έναν τάφο για τον Glass, προτού αποχωρήσουν για να βρεθούν μαζί με την υπόλοιπη ομάδα, αφήνοντας εκεί τον Glass μισοπεθαμένο.
Όπως είπαν, αργότερα μια ομάδα επιθετικών Ινδιάνων Arikara τους είχε τρομάξει. Ωστόσο, ο Glass παρέμενε ζωντανός. Αυτό που συνέβη στη συνέχεια για τον λαβωμένο κυνηγό, ήταν μια από τις πιο επικές ιστορίες επιβίωσης όλων των εποχών.
Ο Glass δεν άφησε πολλά ίχνη. Η ιστορία του, τον έκανε γρήγορα θρύλο και οι συγγραφείς μέσα στα χρόνια, μεγάλωναν και «φούσκωναν» τα επιτεύγματα του. Η πρώτη περιγραφή των περιπετειών του Glass έγινε το 1825, σε μια εφημερίδα που ονομαζόταν The Port Folio.
O Glass έβαλε νάρθηκα στο σπασμένο του πόδι και πήρε το δέρμα της αρκούδας για να το φορέσει ως καμουφλάζ, αλλά και να μην πεθάνει από το κρύο. Αν και πήγαινε κουτσαίνοντας, ο Glass διένυσε πολλά χιλιόμετρα. Οι πληγές στην πλάτη του ήταν τρομακτικές, οπότε για να αποφύγει τη γάγγραινα ξάπλωσε σε πεσμένα δέντρα και άφηνε τα σκουλήκια να φάνε, την πληγωμένη σάρκα του.
Ο προορισμός του Glass, το Fort Kiowa, ήταν 250 χλμ. μακριά. Αν και οι Ινδιάνοι Arikara της περιοχής ήταν εχθρικοί, ο Glass προφανώς βοηθήθηκε στην πορεία του από άλλες γηγενείς ομάδες που τον βοήθησαν να πάει εκεί που ήθελε. Αυτοί του παρείχαν τροφή, καθαρό νερό και μερικά υποτυπώδη όπλα για προστασία. Ο Glass πήγε προς τον ποταμό Cheyenne για μια εξαντλητική περίοδο έξι εβδομάδων, αλλά δεν σταμάτησε εκεί. Έχοντας δίψα για εκδίκηση για τον Bridger και τον Fitzgerald, ο Glass έφτιαξε μια αυτοσχέδια σχεδία και επέπλεε τον ποταμό Cheyenne πίσω στο Fort Kiowa.
Αυτό που συνέβη στη συνέχεια, παρά την ιστορία που περιγράφηκε στην ταινία με πρωταγωνιστή τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο, ήταν απογοητευτικό
Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Notre Dame, Jon T. Coleman ανέφερε μεταξύ άλλων ότι: «Αυτό ήταν το πιο δύσκολο πράγμα για τους δραματουργούς. Όλοι δεν μπορούν να καταλάβουν, γιατί προσπαθώντας να εξηγήσουν τον λόγο που ήθελε τόσο πολύ να καταστρέψει τους άντρες που τον άφησαν, μετά αποφάσισε να δείξει έλεος και δεν κατέληξε να σκοτώσει κανέναν».
Ο Glass έψαξε τους πρώην συναδέρφους του, αλλά μόλις συνάντησε τελικά τον Bridger, έδειξε έλεος. Ο Bridger ήταν μόλις 19 χρονών όταν άφησε τον Glass να πεθάνει. Όσο για τον Fitzgerald, όταν ο Glass τον εντόπισε, ο άνδρας είχε ενταχθεί στον στρατό των ΗΠΑ και ο Glass υπολόγισε ότι η ποινή για τη δολοφονία ενός στρατιώτη ήταν πολύ υψηλή. Πήρε όμως το τουφέκι του πίσω από τον Fitzgerald.
Παρά το γεγονός ότι άντεξε μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις επιβίωσης όλων των εποχών, η εμπειρία του Glass δεν άλλαξε την ανήσυχη νοοτροπία του.
Σκοτώθηκε το 1833 από μια ομάδα Ινδιάνων Arikara, ενώ βρισκόταν σε μια αποστολή στον ποταμό Yellowstone.